-
1 сумма
1. мат. το άθροισμα- углов - των γωνιών 2 (определённое количество денег) το ποσ/όν, το άθροισμαРусско-греческий словарь научных и технических терминов > сумма
-
2 задача
-и θ.1. καθήκο, έργο, δουλειά•выполнять -ну εκπληρώνω το καθήκο•
наши -и τα καθήκοντα μας•
основная задача το βασικό καθήκο.
|| σκοπός αντικειμενικός•поставить себе -у βάζω για σκοπό μου.
|| ζήτημα, υπόθεση, πρόβλημα•очередные -и τα τρέχοντα (καθημερινά) ζητήματα.
2. μαθ. πρόβλημα•алгебраическая -αλγεβρικό πρόβλημα.
3. (απλ.)επιτυχία• ευτυχία.